يفتخر - translation to Αγγλικά
Diclib.com
Λεξικό ChatGPT
Εισάγετε μια λέξη ή φράση σε οποιαδήποτε γλώσσα 👆
Γλώσσα:     

Μετάφραση και ανάλυση λέξεων από την τεχνητή νοημοσύνη ChatGPT

Σε αυτήν τη σελίδα μπορείτε να λάβετε μια λεπτομερή ανάλυση μιας λέξης ή μιας φράσης, η οποία δημιουργήθηκε χρησιμοποιώντας το ChatGPT, την καλύτερη τεχνολογία τεχνητής νοημοσύνης μέχρι σήμερα:

  • πώς χρησιμοποιείται η λέξη
  • συχνότητα χρήσης
  • χρησιμοποιείται πιο συχνά στον προφορικό ή γραπτό λόγο
  • επιλογές μετάφρασης λέξεων
  • παραδείγματα χρήσης (πολλές φράσεις με μετάφραση)
  • ετυμολογία

يفتخر - translation to Αγγλικά


يفتخر      

pride (VT)

boast         
TO SPEAK WITH EXCESSIVE PRIDE AND SATISFACTION WITH ONESELF
Braggart; Boast; Bragging rights; Self-aggrandizement; Bragging; Self-praise; Boastful speech; Vaunt; Vaunting; Gloating; Braggadocianism; Bragging Rights; Self-aggrandize; Self aggrandize; Self-aggrandizing; Self aggrandizing; Self-aggrandise; Self aggrandise; Self-aggrandising; Self aggrandising; Show Off; Toot your own horn; Boaster; Boasted; Boastful; Boasts; Avaunt
فِعْل : يَتَباهى . يفتخر أو يعتز بـ
pride         
  • Bed Push at Mad Pride parade in Cologne, Germany, in 2016
  • [[Pride parade]], [[Düsseldorf]] 2017
  • "All Is Vanity" by [[C. Allan Gilbert]], evoking the inevitable decay of life and beauty toward death
  • Jacques Callot, ''Pride (Vanity)'', probably after 1621
  • Detail of "Pride" in ''[[The Seven Deadly Sins and the Four Last Things]]'' by [[Hieronymus Bosch]]
  • ''Pride, from the Seven Deadly Sins'' by [[Jacob Matham]] c. 1592.
  • ''The Father and Mother'' by [[Boardman Robinson]] depicting [[War]] as the [[offspring]] of [[Greed]] and Pride.
SELF-ESTEEM AND SELF-ESTEEM; A STATE OF SATISFACTION WITH ONESELF BECAUSE OF THE EFFORTS MADE OR THE BENEFITS OBTAINED
Secondary pride; Proud (emotion); Self-satisfaction; Haughty; Unhumbleness; Fake pride; Group pride; Haughtiness; Proudness
اسْم : غرور . كبرياء . ازدراء . زهرة . ريعان . مفخرة
----------------------------------------
فِعْل : يعتزّ . يفتخر . يتَباهَى